Δευτέρα 17 Φεβρουαρίου 2014

Μετενσάρκωση

Η μετεμψύχωση (ή μετενσάρκωση) είναι η επιστροφή στη ζωή κάποιας ψυχής -της οποίας το σώμα έχει πεθάνει- με διαφορετικό σώμα.

Η θεωρεία της Μετενσάρκωσης ή της Προΰπαρξης ήταν γνωστή στην Αρχαία Ελλάδα και περικλειόταν στα Ελευσίνια δόγματα και στα Ορφικά θεσπίσματα. Στην αρχαιοελληνική φιλοσοφία και ειδικότερα στους προσωκρατικούς φιλόσοφους, όπως στον Ηράκλειτο με το αείζωο πυρ του και σε άλλους, Εμπεδοκλή, Αναξαγόρα, η προΰπαρξη των ψυχών ήταν προϋπόθεση της ύπαρξης αιωνίων κόσμων και όντων. Ο Πυθαγόρας στη θεωρία του περί μετεμψύχωσης στήριξε όλο το περί αθανασίας και μέλλουσας ζωής σύστημά του. Ο Σωκράτης επίσης υποστήριζε την προΰπαρξη των ψυχών.



Οι μαθητές του, Πλάτωνας και Αριστοτέλης, είναι τόσο επηρεασμένοι από την προΰπαρξη ώστε συχνά στα έργα τους διατυπώνουν ή υπαινίσσονται την θεωρία της μετενσάρκωσης-προΰπαρξης. Σύγχρονος του Πυθαγόρα, αφού έζησε και αυτός γύρω στα 600π.Χ, ήταν ο Βούδας ο οποίος ανέλυσε και καθιέρωσε με πειστικότητα την θεωρία της μετενσάρκωσης και την προΰπαρξη των ψυχών.
Οι ινδουιστές όπως και οι Πυθαγόρειοι πίστευαν ότι η ίδια οντότητα μετενσαρκώνεται περίπου 800 χιλιάδες φορές, δηλαδή ζει 800 χιλιάδες ζωές.

Κατά τους ινδουιστές , κάθε οντότητα αρχίζει με μια ζωή σε πολύ χαμηλό επίπεδο (σαν φυτό λ.χ) και κάθε φορά που πεθαίνει, ξαναγεννιέται σε ανώτερο κοσμικό επίπεδο, αν έχει επιτύχει στην προηγούμενη ζωή της. Αν όχι, ξαναγεννιέται στο ίδιο κοσμικό επίπεδο ή και σε κατώτερο ακόμα. Έτσι λ.χ. ένας άνθρωπος, εφόσον ζήσει ενάρετη ζωή, θα ξαναγεννηθεί στον παράδεισο (για τους ινδουιστές ο παράδεισος είναι ένας κόσμος ανώτερος από τον γήινο, αλλά όχι ο ανώτατος, ανώτατο κόσμο θεωρούν την «Νιρβάνα» την ένωση της ψυχής με το θεϊκό Απόλυτο). Αν όμως ο άνθρωπος ζήσει αμαρτωλή ζωή ή διαπράξει εγκλήματα, ενδέχεται να ξαναγεννηθεί σαν ζώο, ή και σαν ον της κόλασης. Η κόλαση κατά τους ινδουιστές είναι ένας κόσμος κατώτερος από το γήινο όπου τα βάσανα και οι πόνοι είναι περισσότερα από ότι στη γη.

Ένας από τους μεγαλύτερους χριστιανούς θεολόγους, ο Ωριγένης, σε όλα τα έργα του, που είναι γύρω στα 5.000-6.000, διατύπωνε το πιστεύω του στο δόγμα της Μετενσάρκωσης-Προΰπαρξης. Οπαδοί των απόψεων του Ωριγένη ήταν μεγάλες μορφές της χριστιανικής εκκλησίας: Μέγας Αθανάσιος, Μέγας Βασίλειος, Γρηγόριος Ναζιανζηνός, Γρηγόριος Νύσης, Διονύσιος Αρεοπαγίτης, Ιωάννης Χρυσόστομος , Μέγας Φώτιος, Δίδυμος ο τυφλός διευθυντής της Κατηχητικής Σχολής Αλεξάνδρειας.
Ήρθε όμως η 5η Οικουμενική σύνοδος που έγινε στην Κωνσταντινούπολη με την συμμετοχή του αυτοκράτορα Ιουστινιανού για να καταδικάσει τον Ωριγένη και την θεολογία του, καθώς και την δογματική του διατύπωση για την προΰπαρξη-μετενσάρκωση. Οι λεγόμενοι «Γνωστικοί» Χριστιανοί και οι Μανιχαϊστές πίστευαν επίσης στην Μετενσάρκωση.

Σύμφωνα με τους ινδουϊστές και βουδιστές, κανείς θεός δεν αποφασίζει που θα μετενσαρκωθεί κάποιος μετά τον θάνατό του -στην κόλαση, στην γη, στον παράδεισο , σαν άνθρωπος, σαν ζώο, σαν φυτό. Ο ίδιος ο άνθρωπος είναι εκείνος που αποφασίζει με τις πράξεις και της σκέψεις του. Ο κύκλος των μετενσαρκώσεων περιγράφεται εκτενέστατα στο λεγόμενο «Θιβετιανό Βιβλίο των Νεκρών» που φαίνεται ότι γράφτηκε τον 8ο αιώνα μΧ.
Ο πραγματικός του τίτλος είναι Bardo Thodol ( που σημαίνει «ενδιάμεσο στάδιο» δηλαδή το στάδιο μεταξύ δυο μετενσαρκώσεων).

 Αν θελήσουμε να συνοψίσουμε τα βασικά σημεία της διδασκαλίας στα οποία στηρίζεται το «Θιβετιανό Βιβλίο των Νεκρών» θα απαριθμήσουμε τα ακόλουθα:

1) Όλες οι δυνατές καταστάσεις (ή «Βασίλεια»), παράδεισοι, κολάσεις, κόσμοι, είναι καταστάσεις που δημιουργούμε με τον νου μας.
2) Όλες οι καταστάσεις είναι μεταβατικές, απατηλές, δεν αποτελούν μέρος καμιάς πραγματικότητας υπάρχουν μόνο για τον νου που τις αντιλαμβάνεται.
3) Στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν όντα όπως θεοί, δαίμονες, πνεύματα ή ευφυή όντα. Τα πάντα είναι καταστάσεις και φαινόμενα που προέρχονται από κάποια αιτία.
4) Όσο αυτή η αιτία δεν εξουδετερώνεται από τη Διαφώτιση, ο θάνατος θα ακολουθεί την γέννηση και η γέννηση τον θάνατο, χωρίς σταμάτημα, όπως πίστευε, ανάμεσα σε άλλους, ο σοφός Σωκράτης.
5) Η ύπαρξη μετά τον θάνατο δεν είναι παρά μια συνέχιση, κάτω από άλλες συνθήκες, της ύπαρξης του ανθρώπινου κόσμου, που είναι προϊόν εξωπραγματικών και απατηλών φαινομένων. Και οι δύο αυτές καταστάσεις -της επίγειας και μεταθανάτιας ζωής- είναι καρμικές.
6) Η φύση της μορφής της ύπαρξης που παρεμβάλλεται ανάμεσα στον θάνατο και στην γέννηση καθορίζεται από προγενέστερες πράξεις του ανθρώπου.
7) Από ψυχολογική σκοπιά, αποτελεί μια παρατεταμένη ονειρική κατάσταση, σε άλλες διαστάσεις του χώρου γεμάτες από απατηλά οράματα που προκύπτουν άμεσα από το νοητικό περιεχόμενο του προσλαμβάνοντος νου. Αυτά τα οράματα είναι ευτυχή και ουράνια αν το Κάρμα είναι καλό ενώ είναι άθλια και κολασμένα αν το κάρμα είναι κακό.
8 ) Αν δεν κερδηθεί η Διαφώτιση, είναι αναπόφευκτη η γέννηση και η μετενσάρκωση στον ανθρώπινο κόσμο, άμεσα από τον κόσμο του Μπάρντο (τον ενδιάμεσο κόσμο μεταξύ θανάτου και γέννησης)
9) Η Διαφώτιση προκύπτει από την συνειδητοποίηση της μη πραγματικότητας της ύπαρξης.
10) Μια τέτοια συνειδητοποίηση είναι δυνατή στον ανθρώπινο κόσμο ή κατά τη στιγμή του θανάτου στον ανθρώπινο κόσμο, ή στην διάρκεια του συνόλου του μεταθανάτιου σταδίου (ή ενδιάμεσου σταδίου) η σε ορισμένα από τα μη ανθρώπινα βασίλεια (κόσμους).
11) Όταν ο άνθρωπος επιτύχει την Διαφώτιση τότε λυτρώνεται από τον φαύλο κύκλο του θανάτου και της γέννησης, αποκτάει την Σωτηρία και μπορεί να διασχίσει τον ωκεανό της εγκόσμιας ύπαρξης και να φτάσει στην Νιρβάνα.
12) Η Νιρβάνα βρίσκεται πέρα από κάθε κόσμο, παράδεισο ουρανό, ή κόλαση. Είναι το τέλος της θλίψης και των δακρύων.

Παρακάτω στο λόγο που απευθύνει στους μαθητές του ο Βούδας δεν μπορούμε να μην διακρίνουμε ομοιότητες με αντίστοιχους λόγους του Ιησού Χριστού για την Βασιλεία των Ουρανών:
«Υπάρχει, μαθητές μου, ένα βασίλειο χωρίς στεριά και θάλασσα χωρίς φυτά και αέρα. Δεν είναι ατελείωτο διάστημα, ούτε άπειρη σκέψη, ούτε κενό, ούτε ιδέες και μη ιδέες. Ούτε τούτος ούτε άλλος κόσμος. Δεν τον ονομάζω ούτε έλευση ούτε αναχώρηση ούτε ακινησία .Είναι το Τέλος της Θλίψης.»
Κλείνοντας την βουδιστική άποψη περί μετενσάρκωσης ας δούμε τι λέει ο ίδιος ο Βούδας για αυτό το μεγάλο θέμα:
«Αν θελήσει κάποιος να θυμηθεί τις διάφορες εφήμερες καταστάσεις του σε εποχές περασμένες, πριν από μια, πριν από μια γέννησή του, ή δυο, τρεις, τέσσερις, πέντε, δέκα, είκοσι, πενήντα, εκατό, χίλιες ή εκατό χιλιάδες γεννήσεις του, τις γεννήσεις πριν από μια αιωνιότητα καταστροφών, και πριν μια αιωνιότητα ανανεώσεων, έτσι ώστε να μπορέσει να πει:

«Σε κείνο τον τόπο λεγόμουν έτσι, η οικογένειά μου ήταν εκείνη, η κάστα μου ήταν αυτή, το επάγγελμά μου αυτό, είχα αυτές τις εμπειρίες χαράς και πόνου, και έζησα τόσο και όταν έφυγα από κει, πήρα μορφή και πάλι σε άλλο τόπο, όπου λεγόμουν έτσι, η οικογένεια μου ήταν εκείνη, η κάστα μου αυτή, το επάγγελμά μου αυτό, και είχα αυτές τις εμπειρίες χαράς και πόνου, και έπειτα γεννήθηκα εδώ, επομένως είμαι σε θέση να θυμηθώ τις διάφορες εφήμερες μου μορφές ύπαρξης σε εποχές περασμένες- του λέω ότι, αν ο νους του συγκεντρωθεί για την επίτευξη οποιουδήποτε στόχου ακόμη και αυτού δηλ. να θυμηθεί τις προηγούμενες ζωές του, ο στόχος αυτός θα επιτευχθεί».

Αν κρίνουμε τα κείμενα που μας άφησε ο Ηρόδοτος και άλλοι αρχαίοι Έλληνες και Ρωμαίοι συγγραφείς, μπορούμε να συμπεράνουμε χονδρικά ότι, στον ελληνορωμαϊκό κόσμο, επικρατούσε η εξής άποψη για τον θάνατο και την μετενσάρκωση: η ανθρώπινη ψυχή έμενε στο στάδιο του θανάτου για τρείς χιλιάδες χρόνια. Τα μόρια που αποτελούσαν το σώμα του ανθρώπου που πέθανε, έχαναν την συνοχή τους και κατέληγαν να αποτελούν τα σώματα φυτών και ζώων, που και αυτά πέθαιναν με τη σειρά τους. Τα μόρια του πτώματος έπειτα συνέθεταν μαζί με άλλα , τα σώματα άλλων ζώων και φυτών κ.ο.κ. Αυτό διαρκούσε τρείς χιλιάδες χρόνια. Στο τέλος αυτής της περιόδου, η ανθρώπινη ψυχή μάζευε τα μόρια από τα οποία αποτελούνταν αρχικά το σώμα της και έφτιαχνε, όπως ένα πουλί την φωλιά του, ένα νέο σώμα για να ξαναγεννηθεί σαν άνθρωπος.

Ο Πλάτωνας μας αναφέρει τα παρακάτω για τον Ήραντα τον γιο του Αρμένιου, ενός Πάμφυλου το γένος:
«Σκοτώθηκε στη μάχη. Δέκα μέρες αργότερα, όταν απομάκρυναν τα πτώματα των νεκρών που ήδη είχαν σαπίσει, βρήκαν το πτώμα του, που ήταν εντελώς άθικτο και το μετέφεραν στην πατρίδα του για να ταφεί. Στη δωδέκατη μέρα μετά τον θάνατο του, καθώς ήταν ξαπλωμένο το πτώμα πάνω στην νεκρική πυρά, ο Ήραντας επέστρεψε στην ζωή και διηγήθηκε τι είδε στον άλλο κόσμο. Είπε ότι, όταν η ψυχή του εγκατέλειψε το σώμα του πήγε ταξίδι με πολυπληθή παρέα και έφτασε σε ένα μυστηριώδες μέρος όπου υπήρχαν δυο ανοίγματα στη γη. Ήταν κοντά το ένα στο άλλο και ακριβώς από πάνω τους ήταν άλλα δύο ανοίγματα στον ουρανό. Ανάμεσα στα δύο ζεύγη ανοιγμάτων, ήταν δικαστές καθισμένοι, που διέταζαν τους δίκαιους, αφού τους έκριναν και έγραφαν τις αποφάσεις στο στήθος τους, να ανέβουν στον ουρανό από τα δεξιά. Κατά ανάλογο τρόπο, οι άδικοι αναγκάζονταν να κατέβουν στη γη από αριστερά. Και εκείνοι είχαν γραμμένες τις αποφάσεις πάνω τους, αλλά στις πλάτες και όχι στα στήθη τους.»
Αφού ο Πλάτων περιέγραψε την ουράνια κρίση συνεχίζει περιγράφοντας τις ψυχές των Ελλήνων ηρώων που προετοιμάζονται για την μετενσάρκωσή τους:
«Ιδιαίτερα περίεργο, είπε ο Ήραντας ήταν το θέαμα αυτό -τόσο κωμικοτραγικό όσο και περίεργο και τούτο επειδή οι επιλογές των ψυχών, στις περισσότερες περιπτώσεις, βασίζονταν στις εμπειρίες τους μιας προηγούμενης ζωής. Εκεί είδε την ψυχή που κάποτε λεγόταν Ορφέας, και οποία επέλεξε να γίνει κύκνος, εξαιτίας εχθρότητας προς το γυναικείο φύλο θεωρούσε μισητή την ιδέα να γεννηθεί από γυναίκα επειδή οι γυναίκες τον είχαν σκοτώσει. Άκουσε την ψυχή του Θαμύρα, ενός θράκα βάρδου να διαλέγει να γεννηθεί αηδόνι. Τα πουλιά αντίθετα ήθελαν να γεννηθούν σαν άνθρωποι. Η ψυχή που ήταν εικοστή στην σειρά, διάλεξε την ζωή ενός λιονταριού, και ήταν αυτή η ψυχή του Αίαντα του Τελαμώνιου, που δεν ήθελε να ξαναγίνει άνθρωπος, θυμούμενος την αδικία που του έκαναν σχετικά με τα όπλα.

Ο επόμενος ήταν ο Αγαμέμνων, που διάλεξε να γίνει αετός, επειδή, όπως ο Αίαντας μισούσε την ανθρώπινη φύση εξαιτίας των βασάνων της. Κατόπιν έφτασε η σειρά της Αταλάντης, αυτή ζηλεύοντας τις τιμές που απολάμβαναν οι αθλητές δεν μπορούσε να αντισταθεί στον πειρασμό να γεννηθεί άντρας αθλητής. Ύστερα από αυτήν, ήρθε η σειρά της ψυχής του Επείου, γιου του Πανοπέα, που προτίμησε την γυναικεία φύση, με κλίση στις τέχνες. Ανάμεσα στους τελευταίους που διάλεξαν την μορφή της επόμενης ζωής τους, η ψυχή του γελωτοποιού Θερσίτη διάλεξε την μορφή της μαϊμούς. Ήρθε ακόμα και η ψυχή του Οδυσσέα που έπρεπε και εκείνη να διαλέξει, ήταν τελευταίος από όλους.
 Η ανάμνηση των ταλαιπωριών που είχε περάσει στη γήινη ζωή του, τον είχε απαλλάξει από κάθε φιλοδοξία , και για κάμποση ώρα, έψαχνε να βρει το λαχνό ενός ιδιώτη άνδρα, που δεν θα είχε προβλήματα. Δυσκολεύτηκε λίγο να τον βρει, τον λαχνό κείνο που ήταν μέχρι τότε διαθέσιμος για όλους, οι οποίοι όμως τον είχαν αγνοήσει Όταν τον είδε (οι λαχνοί ήταν φανεροί) είπε ότι θα έκανε την ίδια επιλογή ακόμα και αν θα καλούνταν να διαλέξει πρώτος αντί τελευταίος, και ότι ήταν κατευχαριστημένος που την έκανε.
Και όχι μόνο οι άνθρωποι μετενσαρκώθηκαν σε ζώα, αλλά -πρέπει να αναφέρω- ότι υπήρξαν και ζώα, ήμερα και άγρια που μεταμορφώθηκαν το ένα στο άλλο και σε αντίστοιχες ανθρώπινε φύσεις, οι καλοί σε ήμερα ζώα, και οι κακοί σε άγρια με κάθε είδους συνδυασμών. Εκείνος που έκανε την πρώτη επιλογή, προχώρησε και σε μια στιγμή διάλεξε το ρόλο του χειρότερου τύραννου.
Το μυαλό του είχε θολώσει από την φιλοδοξία και τη φιλοχρηματία, και δεν σκέφτηκε καθόλου προτού διαλέξει, ούτε κατάλαβε αμέσως ότι στην περίπτωση του ήταν γραμμένο ανάμεσα σε άλλα κακά, να φαει τα ίδια του τα παιδιά. Ήταν ένας από εκείνους που κατέβαιναν από τον ουρανό και στη προηγούμενη του ζωή είχε ζήσει σε ένα καλά οργανωμένο κράτος, αλλά η αρετή του δεν οφειλόταν παρά μόνο σε συνήθεια, και δεν είχε καμιά φιλοσοφία.»
Κλείνοντας αυτό το άρθρο για την μετενσάρκωση, πρέπει να αναφέρω ότι σε μια χρυσή επικήδεια πινακίδα που βρέθηκε κοντά στη Σύβαρη της νότιας Ιταλίας υπάρχει η ακόλουθη επιγραφή: «Και έτσι, γλίτωσα από τον επώδυνο κύκλο, τον γεμάτο συμφορές» (είναι εμφανές ότι υπονοείται ο κύκλος των ατελείωτων γεννήσεων και θανάτων).